Πατέρας Κυριακής Γρίβα: «Κανείς δεν έχει τιμωρηθεί ακόμα»
Εξι μήνες μετά τη δολοφονία της Κυριακής Γρίβα, ο πατέρας της δηλώνει στην «R» ότι οι κατηγορούμενοι αστυνομικοί εξακολουθούν να υπηρετούν στην ΕΛ.ΑΣ.
Απογοητευμένος και θυμωμένος για τις καθυστερήσεις στην υπόθεση της κόρης του Κυριακής, που δολοφονήθηκε την 1η Απριλίου στο κατώφλι του Αστυνομικού Τμήματος Αγίων Αναργύρων από τα χέρια του 39χρονου πρώην συντρόφου της, εμφανίζεται ο πατέρας της, Σάκης Γρίβας. Εξι μήνες μετά το αποτρόπαιο έγκλημα και, όπως δηλώνουν στη Realnews o ίδιος αλλά και η δικηγόρος του Ελένη Μαζαράκη, ο δολοφόνος της Κυριακής εξακολουθεί να έχει «προνομιακή μεταχείριση», οι εμπλεκόμενοι στην υπόθεση αστυνομικοί συνεχίζουν κανονικά την εργασία τους, ενώ το διαμέρισμα της αδικοχαμένης γυναίκας παραμένει, χωρίς να συντρέχει λόγος, σφραγισμένο.
«Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι στην υπόθεση έχουν γίνει και συνεχίζουν να γίνονται τραγικά λάθη από την πλευρά της Αστυνομίας. Κανείς δεν έχει ακόμη τιμωρηθεί. Είμαι απογοητευμένος και θυμωμένος…», αναφέρει ο Σ. Γρίβας.
Σύμφωνα με την Ελ. Μαζαράκη, «ο δολοφόνος της Κυριακής τυγχάνει ακόμα προνομιακής μεταχείρισης στο Ψυχιατρείο Κρατουμένων Κορυδαλλού, ενώ έχει κριθεί ότι δεν είναι τοξικομανής, ούτε τελούσε σε κατάσταση μειωμένου καταλογισμού, έχοντας πλήρη γνώση των πράξεών του». Ο λόγος είναι ότι δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί η ψυχιατρική του εξέταση Σχολιάζοντας τις καθυστερήσεις που παρατηρούνται στην υπόθεση, η δικηγόρος επισημαίνει: «Μέχρι σήμερα περιμένουμε ακόμη να βγουν τα αποτελέσματα του DNA του δράστη και στη συνέχεια το βούλευμα που θα συνεχίσει την κράτησή του. Η ανακρίτρια έκανε ό,τι μπορούσε για να φύγει η δικογραφία. Δυστυχώς, όμως, ο κατηγορούμενος και ο γιατρός που όρισε ως τεχνικό σύμβουλο με δικονομικά τερτίπια προσπαθούν να καθυστερήσουν την υπόθεση. Μέχρι και την προηγούμενη εβδομάδα ο γιατρός δεν είχε καταθέσει την κρίση του για την ψυχική υγεία του πελάτη του. Τον έχουν εξετάσει τόσοι ψυχίατροι, αλλά αυτός αιτήθηκε να εξεταστεί και από ειδική κλινική ψυχολόγο».
Ο δολοφόνος της Κυριακής Γρίβα επιμένει ακόμα ότι πάσχει από σοβαρή ψυχιατρική νόσο. Ωστόσο, σύμφωνα με τις εκθέσεις που έχουν καταθέσει άλλοι δύο ψυχίατροι που τον έχουν εξετάσει, ο κατηγορούμενος κατά τον χρόνο της φερόμενης τέλεσης των πράξεών του ήταν πνευματικώς υγιής και δεν τελούσε σε κατάσταση διαταραχής της συνειδησιακής του καταστάσεως.
Ο διορισμένος από την Εισαγγελία ψυχίατρος είχε εξετάσει τον 39χρονο κατά τη νοσηλεία του, καθώς, αφού δολοφόνησε την πρώην σύντροφό του, ο δράστης αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει, διακομίστηκε στο νοσοκομείο «Γεώργιος Γεννηματάς» και στη συνέχεια στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής. «Περιγράφεται καλή συνεργασία του κατηγορουμένου με τους θεράποντες, με καλό επίπεδο συνείδησης, καμία παρουσία αντιληπτικής διαταραχής», αναφέρεται στο 15σέλιδο πόρισμα. Ομως, όταν οι γιατροί επιχείρησαν να τον ρωτήσουν για τις συνθήκες της δολοφονίας, «περιέργως περιγράφεται διαταραχή μνήμης που αφορά τα πρόσφατα γεγονότα των πράξεων για τις οποίες κατηγορείται».
Σε ένα από τα κρίσιμα ερωτήματα που κλήθηκε να βρει απαντήσεις ο ανεξάρτητος πραγματογνώμονας ήταν αν ο δράστης αντιμετώπιζε σοβαρά ενεργά ψυχικά προβλήματα, τα οποία θα μπορούσαν να τον οδηγήσουν σε αυτό το έγκλημα. Ο ψυχίατρος ήταν κατηγορηματικός: Ο 39χρονος είχε επίγνωση των πράξεών του! «Δεν ήταν δυνατόν να τελούσε σε κατάσταση διατάραξης των πνευματικών λειτουργιών, ήταν πνευματικώς υγιής και δεν τελούσε σε κατάσταση διαταραχής της συνειδησιακής του καταστάσεως και ήταν σε θέση να αντιληφθεί το άδικο των φερόμενων πράξεών του… Η ψυχική του κατάσταση δεν του απαγόρευε να έχει αντίληψη της πραγματικότητας», σημειώνει χαρακτηριστικά ο ψυχίατρος.
Ακόμη, στην περίπτωση του κατηγορουμένου «δεν διαπιστώθηκε ούτε ψυχωτικού βάθους συμπτωματολογία, ούτε βαθύ καταθλιπτικό συναίσθημα». Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξαν και οι ειδικοί που τον εξέτασαν στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής και στο ψυχιατρείο των φυλακών Κορυδαλλού.
Το πόρισμα της ΕΔΕ
Παράλληλα, όπως εξηγεί η δικηγόρος της οικογένειας του θύματος, καθυστερήσεις καταγράφονται και στην απόδοση ευθυνών στους αστυνομικούς του Α.Τ. Αγίων Αναργύρων σχετικά με τον χειρισμό της υπόθεσης. «Ολα είναι σε αναμονή αυτή τη στιγμή. Οι εμπλεκόμενοι αστυνομικοί μετατέθηκαν δυσμενώς, αλλά εξακολουθούν να δουλεύουν και να λαμβάνουν τον μισθό τους. Δηλαδή, ποιον κοροϊδεύουν; Ακόμα δεν έχουμε λάβει επισήμως το πόρισμα της ΕΔΕ», αναφέρει.
Σύμφωνα, πάντως, με πληροφορίες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, στο πόρισμα της ΕΔΕ προτείνονται οι ανώτερες ποινές για τρεις αστυνομικούς, που τίθενται σε διαθεσιμότητα με το ερώτημα της απόταξης. Πιο ελαφρές είναι οι ποινές για τον τηλεφωνητή της Αμεσης Δράσης, που χρησιμοποίησε την έκφραση «το περιπολικό δεν είναι ταξί». Το πόρισμα έχει παραδοθεί στον Συνήγορο του Πολίτη, που θα το εξετάσει προκειμένου να διαπιστώσει αν όλα έγιναν σωστά από την ΕΛ.ΑΣ. Η τελεσίδικη απόφαση θα βγει σε συνάρτηση με την ποινική εξέλιξη της υπόθεσης.
Το διαμέρισμα
Και σαν να μην έφταναν όλα τα παραπάνω, το υπόγειο διαμέρισμα της 28χρονης Κυριακής, στην οδό Λάμπρου Κατσώνη, παραμένει σφραγισμένο, τονίζει η δικηγόρος της οικογένειας, Ελ. Μαζαράκη. «Το διαμέρισμα δεν ήταν τόπος εγκλήματος, ενώ στη συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχουν συγγενείς πρώτου βαθμού που δικαιούνται να έχουν πρόσβαση στα προσωπικά αντικείμενα του παιδιού τους, που μόνο ηθική αξία έχουν για αυτούς. Και εδώ είναι το οξύμωρο. Από τη μία, η Αστυνομία των Αγίων Αναργύρων δεν κάνει σωστά τη δουλειά της να προστατεύσει μια γυναίκα και, από την άλλη, παρουσιάζει υπερβάλλοντα ζήλο νομιμότητας και σφραγίζει ένα υπόγειο. Βεβαίως, υπάρχει διαδικασία για άρση της απόφασης. Το θέμα είναι ποιος την πληρώνει», σχολιάζει.
Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, οι γονείς της Κυριακής καλούνται να πληρώσουν 1.000 και πλέον ευρώ προκειμένου να μπουν στο διαμέρισμα. «Θα γίνει ένα τυπικό δικαστήριο στις 2 Οκτωβρίου. Αυτό όμως δεν σημαίνει κάτι. Εχουμε δρόμο», δηλώνει η Ελ. Μαζαράκη. Ο πατέρας της Κυριακής προσπάθησε πολλές φορές να επικοινωνήσει με τις αρμόδιες Αρχές. Δεν κατάφερε, όμως, να πάρει σαφή απάντηση. Ετσι, μέσω της δικηγόρου του, στις 2 Σεπτεμβρίου, κατέθεσε αίτηση στο Ειρηνοδικείο του Ιλίου, με την οποία ζητά την αποσφράγιση του διαμερίσματος.
«Μήνες μετά τη δολοφονία και δεν μπορούμε να μπούμε ακόμη στο σπίτι, το οποίο σφραγίστηκε χωρίς λόγο. Οταν έπρεπε να κάνουν τη δουλειά τους, δεν την έκαναν και μία ημέρα μετά τους έπιασε να είναι ”τύπος και υπογραμμός”. Ολα αυτά για να αναγκαζόμαστε να πληρώσουμε για να μπορέσουμε να πάρουμε τα προσωπικά της αντικείμενα», καταλήγει ο Σ. Γρίβας.
Το χρονικό
Το βράδυ της 1ης Απριλίου 2024, ο 39χρονος κατηγορούμενος, σε κατάσταση αμόκ, χτύπησε επαναλαμβανόμενα με ένα κουζινομάχαιρο την 28χρονη Κυριακή Γρίβα, ενώ ούρλιαζε ότι «θα σε σκοτώσω». Η νεαρή κοπέλα ξεψύχησε στο πεζοδρόμιο, έξω από το Αστυνομικό Τμήμα Αγίων Αναργύρων, όπου είχε καταφύγει για να ζητήσει προστασία από τη δολοφονική -όπως αποδείχθηκε- μανία του πρώην συντρόφου της. Ενα μόλις μέτρο από το φυλάκιο του αστυνομικού τμήματος, η 28χρονη δέχθηκε το μοιραίο πλήγμα, με τον φρουρό να επεμβαίνει όταν ήταν πολύ αργά.
Οταν ο φρουρός αποφάσισε να βγει από το φυλάκιο, η Κυριακή Γρίβα ήταν ήδη νεκρή, ενώ βλέποντάς τον ο 39χρονος έστρεψε το μαχαίρι προς τον εαυτό του. Ο αστυνομικός φρουρός κλότσησε το όπλο από το χέρι του. Αργότερα έγινε γνωστό ότι ο φρουρός στο παρελθόν είχε προφυλακιστεί για υπόθεση πλαστών διαβατηρίων.
Η Κυριακή Γρίβα ήταν σε σχέση με τον δράστη από το 2019. Μια σχέση που έλαβε τέλος δύο μήνες πριν δεχτεί τα θανατηφόρα χτυπήματα. Η Κυριακή είχε γυρίσει σελίδα στη ζωή της, κάτι που δεν μπορούσε να δεχθεί ο 39χρονος. Η ίδια είχε αντιληφθεί πως ο δράστης γυρόφερνε κάτω από το σπίτι της και νωρίς το βράδυ εκείνης της μοιραίας ημέρας, την ώρα που επέστρεφε στο σπίτι με έναν φίλο της, δέχθηκε επίσκεψη από τον 39χρονο. Εκείνος της ζήτησε για άλλη μία φορά να γίνουν ζευγάρι και, μόλις τον απέρριψε, ο δράστης άρχισε να την απειλεί. Αμέσως η Κυριακή, μαζί με έναν φίλο της, πήγε στο Αστυνομικό Τμήμα Αγίων Αναργύρων, όπου βρίσκονταν η αξιωματικός υπηρεσίας και ο αστυνομικός φρουρός του τμήματος.
Εκεί, προσπάθησαν να την πείσουν να υποβάλει μήνυση για να προχωρήσουν στην αναζήτησή του, όμως η ίδια δεν ήθελε, διότι και στο παρελθόν είχε προχωρήσει σε ενέργειες που δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα. Το μόνο που ήθελε ήταν ένα περιπολικό να τη μεταφέρει στο σπίτι της, κάτι που οι αξιωματικοί του τμήματος αρνήθηκαν να κάνουν, παραπέμποντάς την στην Αμεσο Δράση. Η 28χρονη βγήκε από το αστυνομικό τμήμα και κάλεσε το «100». Την ώρα που συνομιλούσε στο τηλέφωνο, λίγα μόλις μέτρα από το τμήμα, δέχθηκε πισώπλατη επίθεση από τον πρώην αρραβωνιαστικό της, με την τηλεφωνήτρια της Αμεσης Δράσης να ακούει τα ουρλιαχτά της νεαρής γυναίκας.