Το τέλος του «κύρους στην Ευρώπη» για τον Μητσοτάκη και η δικαίωση Τουλουπάκη και Ράμμου
Τον Μάρτιο του 2022 η εισαγγελέας Ελένη Τουλουπάκη κλήθηκε στην Επιτροπή κατά της Διαφθοράς του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο. Πλήρωσε μόνη της τα έξοδά της και πήγε – προς μεγάλη απογοήτευση της ΝΔ, βουλευτής ο οποίος είχε ζητήσει από τον Τσιάρα – τότε υπουργό Δικαιοσύνης – να της… απαγορευτεί η έξοδος.
Ήταν η πρώτη θαρραλέα φωνή στην Ευρώπη για τις παραβιάσεις του κράτους Δικαίου στην Ελλάδα. Οι ευρωβουλευτές έμειναν άναυδοι όταν άκουσαν την περιπέτειά της. Η ελληνική κυβέρνηση την «αποκαθήλωσε» και την έστειλε στο Δικαστήριο επειδή ερεύνησε καταγγελίες για δωροδοκία πολιτικών προσώπων. Σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα θα είχε ακόμη και επώνυμες μαρτυρίες προσώπων που ήταν σε θέση να ξέρουν και γι’ αυτόν τον λόγο η Πολιτεία τους έθεσε σε καθεστώς προστασίας.
Η ελληνική κυβέρνηση δεν αρκέστηκε στη συγκάλυψη, αλλά και στις αθλιότητες εναντίον μιας εισαγγελικής λειτουργού που απλώς έκανε το καθήκον της. Για να σπείρει τον τρόμο στο δικαστικό σώμα, ώστε να μην επαναληφθεί έρευνα για πρόσωπα υπεράνω του νομού -όπως θεωρούν κάποιοι πολιτικοί τον εαυτό τους – ξήλωσε την εισαγγελία διαφθοράς και έστειλε την επικεφαλής της στο Ειδικό Δικαστήριο. Αθωώθηκε ομόφωνα, αφού ήδη η ερευνά της είχε κριθεί νόμιμη και προς το δημόσιο συμφέρον. Αλλά ήταν αργά…
Το θάρρος και η τεκμηριωμένη αφήγηση της Τουλουπάκη στο Ευρωκοινοβούλιο έστρεψε την προσοχή του στον τρόπο που αντιλαμβάνεται η δεξιά ελληνική κυβέρνηση την απονομή Δικαιοσύνης, την ενημέρωση, τους μετανάστες και εν γένει το κράτος Δικαίου.
Η κατάθεση του ακατάβλητου Χρήστου Ράμμου, που ακολούθησε μερικούς μήνες αργότερα, ενίσχυσε τις έρευνες των εκλεγμένων της Ευρώπης – με τους οποίους ο τότε εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ι. Ντογιάκος, δεν ήθελε επαφές.
Απέναντι στο Ευρωκοινοβούλιο με το οποίο η κυβέρνηση αρνήθηκε να συνεργαστεί – παρ’ ότι δυο επιτροπές του ήλθαν για έρευνα στην Ελλάδα – υπουργοί, βουλευτές και ΜΜΕ της ΝΔ αντιπαρέθεταν το «κύρος του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Ευρώπη».
Ο ίδιος από το βήμα της Βουλής μίλησε παραπλανητικά για έκθεση που επαινεί την κυβέρνησή του για το κράτους δίκαιου, από την… Κομισιόν. Η οποία όμως ήταν ήδη υπόλογη για συγκάλυψή των κυβερνητικών παραβιάσεων – για τις οποίες πλέον βοούσε ο πλανήτης.
Ποικίλες οργανώσεις, ευρωπαϊκά όργανα και διεθνή ΜΜΕ με απήχηση μαστίγωναν προσωπικά τον Έλληνα Πρωθυπουργού, ιδίως μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου των υποκλοπών της ΕΥΠ, της όποιας είναι πολιτικός προϊστάμενος. «Βραβείο… κατασκοπίας» επειδή παρακολουθούσε «τις ζωές των άλλων» του απένειμε το Politico.
Αλλά στην Ελλάδα ο κυβερνητικός μηχανισμός προπαγάνδας συνέχισε να αντιπαραθέτει την… «υπόληψη που έχει ο Πρωθυπουργός στην Ευρώπη», παρ ότι σπάνια υπήρχαν απτές ενδείξεις. Εξαίρεση αποτελούν ο Μακρόν την εποχή που πουλούσε όπλα στην Ελλάδα και η γνωστή και μη εξαιρετέα Ούρσουλα φαν ντερ Λάιεν, που ελέγχεται ήδη για πράξεις διαφθοράς.
Περισσότερο από όλους τον «αναγνωρίζει» ο υπερδεξιός Βαυαρός Μάνφρεντ Βέμπερ με το ανθελληνικό παρελθόν και ο Μητσοτάκης ως αρχηγός της ΝΔ απέκτησε ισχυρό δεσμό μαζί του. Το 2019 μάλιστα τον έφερε στο Ζάππειο, ως εν αναμονή πρόεδρο της Κομισιόν, θέμα βεβαίως που δεν υπήρχε και αποδείχθηκε, παρ’ ότι το ΕΛΚ πήρε την πρώτη θέση.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ως επικεφαλής μεγάλου κόμματος ειδικά όταν έγινε Πρωθυπουργός, αντιμετωπίζεται ως σημαντικός παράγων του Ευρωπαϊκοί Λαϊκού Κόμματος. Αλλά ως εκεί. Οι θετικές αναφορές στο πρόσωπό του είχαν ως αποκλειστικό κράτησή την απουσία οποιασδήποτε διαπραγματευτικής αξίωσης για λογαριασμό της χώρας του.
Προσυπέγραφε ότι αποφάσιζαν οι ισχυροί της Ευρώπης και από την εποχή του Πολέμου στην Ουκρανία έγινε και πιονέρος των Αμερικανών και του ΝΑΤΟ στέλνοντας ελληνικό οπλισμό στον διεφθαρμένο Ζελένσκι. Άλλωστε τον ελκύουν αυτοί οι «ηγέτες», αν κριθεί και από τις στενές σχέσεις του με τον μακελάρη Νετανιάχου, ή τους διεφθαρμένους Σαουδάραβες στους οποίους… δάνεισε πυραύλους.
Για ένα μεγάλο διάστημα η κοινή γνώμη βρισκόταν μπροστά σε μια αντιφατική εικόνα. Από τη μια η κυβερνητική προπαγάνδα, που έφτανε μέχρι εμβόλιμα δημοσιεύματα σε ξένα ΜΜΕ για την «επιτυχία του Έλληνα Πρωθυπουργού». Από την άλλη συνεχείς αποκαλύψεις για αδιαφάνεια, φαυλότητα και διαφθορά, συγκάλυψη σκανδάλων, φίμωση μη αρεστών δημοσιογράφων και άλλες παραβάσεις ευρωπαϊκών αξιών στην Ελλάδα.
Η άρνηση της κυβέρνησης να αναθέσει σε ανεξάρτητες επιτροπές τη διερεύνηση των υποκλοπών και των δυο τραγωδιών, στα Τέμπη και στην Πύλο, έκανε πολλές κυβερνήσεις να είναι επιφυλακτικές απέναντι στον Μητσοτάκη – αν κριθεί από την περιορισμένη ανταλλαγή επισκέψεων. Αλλά και τις αρμόδιες επιτροπές του Ευρωκοινοβουλίου να εντείνουν τις έρευνές τους – με αφετηρία την κατάθεση Τουλουπάκη για τη φίμωση της Δικαιοσύνης. «Θύμα είναι πέρα από τη χώρα μου και η ΕΕ και τα συμφέροντά της, τα οποία και οφείλουμε να διαφυλάξουμε», είχε πει η εισαγγελέας για να δεχθεί νέο κύμα επιθέσεων στην Ελλάδα.
Η διαφορά ανάμεσα σ’ αυτές τις δυο διαφορετικές εικόνες λύθηκε με το λεπτομερές πόρισμα που υιοθέτησε στις 7 Φεβρουαρίου το Ευρωκοινοβούλιο και κάνει τον γύρο του κόσμου, τοποθετώντας τον Μητσοτάκη δίπλα στον Όρμπαν, όπως σημείωσε και η Monde.
Ίσως ο προϊδεασμός για αυτό το πόρισμα – που δεν κατάφερε να αποτρέψει δια του Βέμπερ – έκανε τον Μητσοτάκη να αναστατώσει το κόμμα του και την κυβέρνηση του, επισπεύδοντας τον νόμο για τον γάμο των ομοφύλων, προκειμένου να δείξει «ευρωπαίος».
Και σ’ αυτό απέτυχε. Είναι πλέον με τη βούλα του μόνου εκλεγμένου οργάνου της Ευρώπης – με το υψηλότερο κύρος στους λαούς της – υπόλογος για παραβιάσεις του κράτους Δικαίου και περιφρόνηση των ευρωπαϊκών αξίων. Η αντίδραση των δικών του – ο ίδιος, παρ’ ότι καταγγέλλεται προσωπικά, σιωπά – επιδεινώνει τη θέση του. Η ιστορία θα γράψει ότι έβαλε την Ελλάδα δίπλα στην Ουγγαρία και την Πολωνία.
Η παραγκωνισμένη εισαγγελέας Τουλουπάκη, μετά τη δικαστική αθώωσή της, δικαιώνεται και στην κοινοτική Ευρώπη. Κατά τρόπο που πρέπει να κάνει κάποιους να ντρέπονται για την αντιμετώπιση που της είχαν επιφυλάξει όταν έκανε τη δουλειά της.