«Παίρνουμε παραπάνω έσοδα χωρίς να φορολογούμε παραπάνω τους πολίτες» ήταν ο πρώτος ισχυρισμός του κυβερνητικού εκπροσώπου σήμερα 17/12 στον ΣΚΑΙ. Συνέχισε λέγοντας ότι «με αυτά τα λεφτά, τα οποία δεν αρέσουν στην αντιπολίτευση γιατί θεωρούν ότι είναι από υπερφορολόγηση, που δεν είναι, απαντάμε σταδιακά στις πολλές ανάγκες των πολιτών. Παράδειγμα: Στρατιωτικοί, αστυνομικοί, ένστολοι συνολικά, το επίδομα επικινδυνότητας 100 ευρώ τον μήνα είναι ένας μισθός, στην πραγματικότητα, παραπάνω τον χρόνο, 1.200 ευρώ τον χρόνο. Συνταξιούχοι, που έχουν πολλά δικαιολογημένα, δίκαια αιτήματα, την απαλλαγή από την φαρμακευτική δαπάνη… »

Στην κριτική της αντιπολίτευσης ότι η κυβέρνηση «κάνει μισά πράγματα» στο ζήτημα των υπερκερδών των τραπεζών, ο Π. Μαρινάκης, απάντησε ότι «επειδή δεν “φυτρώσαμε” ξαφνικά μετά τον Προϋπολογισμό εμείς εδώ, εσείς εδώ, ο καθένας στην δουλειά του, στη ζωή του, θυμόμασταν τι λέγαμε και πριν από λίγες εβδομάδες. Να θυμίσω, γιατί πιο σημαντικό είναι τι κάνει η κυβέρνηση. Δεν είναι τι θέλει ο καθένας να κάνει χωρίς να το αποδεικνύει».

«Να θυμίσω ότι η αντιπολίτευση πρότεινε αρχικά μια φορολόγηση των τραπεζών, την ξεκίνησε από τα 800 εκατομμύρια και όσο περνούσαν οι μέρες τη μείωνε. Την έφτασε γύρω στα 200 εκατομμύρια, που πέραν του ότι είναι συνολικά μικρότερο το ποσό από το συνολικό κόστος όλων όσων ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός στην Βουλή στον Προϋπολογισμό, δεν έλυνε και κανένα πρόβλημα. Γιατί δεν έλυνε ένα πρόβλημα; Έλεγε η αντιπολίτευση, η αξιωματική, μάλιστα, αντιπολίτευση, θα φορολογήσω τις τράπεζες και με αυτά τα λεφτά θα δώσω κάπου κάποια λεφτά. Αυτό δεν θα έχει ως αποτέλεσμα την ανακούφιση των πολιτών» υποστήριξε.

Συγκεκριμένα, συνεχίζοντας στο αφήγημα περί λαϊκισμού των επικριτών της κυβέρνησης, δήλωσε ότι «η διαφορά μας είναι ότι με το ΠΑΣΟΚ πήγαμε από ένα τοξικό λαϊκισμό σε έναν σοβαροφανή λαϊκισμό. Εμείς τι κάνουμε; Πάνω στα λογικά, δίκαια αιτήματα των πολιτών, δίνουμε συγκεκριμένες απαντήσεις. Δηλαδή, ένα αίτημα ήταν οι χρεώσεις. Μηδενίζουμε τις χρεώσεις ως προς τις ΔΕΚΟ (Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμοί), τους λογαριασμούς, δηλαδή, συνολικά, και τις πάμε στο ελάχιστο, στα 50 λεπτά, ως προς τα εμβάσματα μέχρι 5.000 ευρώ. Είναι το μόνο αίτημα; Όχι».

«Κάτι άλλο το οποίο πρέπει να σκεφτούμε και να κάνουμε είναι το στεγαστικό» θυμήθηκε επίσης ο κυβερνητικός εκπρόσωπος συμπληρώνοντας ότι «τι κάνουμε εκεί; Δίνουμε έναν χρόνο στις τράπεζες να απελευθερώσουν ακίνητα και μετά διπλασιάζουμε τον ΕΝΦΙΑ από το 2026. Θα έχουν διπλάσιο ΕΝΦΙΑ. Άλλη μεγάλη ανάγκη της κοινωνίας, τα σχολεία μας. Έχουμε ήδη ανακοινώσει ένα πρόγραμμα 250 εκατομμύρια από το πρόγραμμα “Μαριέττα Γιαννάκου”, για να ανακαινιστούν από τους Δήμους σε σύμπραξη με το δημόσιο τα σχολεία. Λέμε στις τράπεζες άλλα 100 εκατομμύρια».

Τους «φόβους» για την βιωσιμότητα και την σταθερότητα των τραπεζών επικαλέστηκε και ο κ. Μαρινάκης, τονίζοντας ότι «Δεν θέλει κανείς να ξαναφτάσουν οι τράπεζες στο σημείο που είχαν φτάσει πριν από κάποια χρόνια. Όποιος έχει επιδίωξη να τιμωρήσει μια επιχείρηση, να τιμωρήσει το κέρδος και όχι το αδικαιολόγητο ή το προϊόν αισχροκέρδειας, όποιος έχει επιδίωξη να κλείσει μια επιχείρηση, δεν έχει καμία θέση στη λογική αυτής της κυβέρνησης. Εμείς δεν πιστεύουμε στα εκδικητικά μέτρα. Εμείς πιστεύουμε στη μείωση της φορολογίας για όλους και ειδικά για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Έχουμε μειώσει πάνω από 70 φόρους».

Στο ίδιο πλαίσιο κολακείας των τραπεζών συνέχισε ότι «θέλουμε να παίρνει ανάσα η οικονομία και ένα υγιές τραπεζικό σύστημα. Άρα, όχι δεν είναι στον σκοπό της κυβέρνησης να φορολογεί ως αυτοσκοπό, να έχει ως αυτοσκοπό, την φορολόγηση ή να τιμωρεί τις κακές τράπεζες, μόνο και μόνο για να το πει. Όταν όμως βλέπει ότι κάτι ξεφεύγει, τότε παρεμβαίνει υπέρ των πολιτών, όπως έκανε και στην ενέργεια, όπως έκανε και στις τράπεζες. Δεύτερο, να θυμηθούμε ότι είμαστε η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που είχαμε κλειστές τράπεζες, που είχαμε capital controls. Αυτό δεν έθεσε σε κίνδυνο μόνο τις τράπεζες. Έθεσε σε κίνδυνο τους κόπους και τις θυσίες των πολιτών, τις καταθέσεις τους, τη σταθερότητα της χώρας».

«Αυτό το ξεπεράσαμε μεν αλλά έπρεπε να φθάσουμε σε ένα επίπεδο, να μειωθούν τα κόκκινα δάνεια» ανέφερε και προσέθεσε ότι «Μην ξεχνάμε ότι έχουμε μειώσει τα κόκκινα δάνεια σε πολύ μεγάλο ποσοστό, καταρχάς από 92 στα 70 δισ. και συνολικά από 50% στο 32%, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια επί του συνόλου. Αν βάλουμε μέσα και τους servicers. Μην ξεχνάμε ότι έπρεπε να γίνουν κάποιες κινήσεις να ισχυροποιηθεί το τραπεζικό σύστημα. Και επίσης δεν ήταν οι πρώτες ενέργειες αυτές που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός» σημείωσε και πρόσθεσε πως το μεν ΠΑΣΟΚ πρότεινε μέσα στην τροπολογία κάτι το οποίο δεν επιτρέπεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ο δε ΣΥΡΙΖΑ να παρέμβει η κυβέρνηση στα επιτόκια».

Έκανε λόγο για «απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος που υποχρεώνει τις τράπεζες να προσαρμόζονται με βάσει την άνοδο για παράδειγμα, του Euribor. Η κυβέρνηση δεν μπορεί να νομοθετήσει για τα επιτόκια, όμως μπορεί για τις προμήθειες».

Σε ερώτηση σχετικά με τη νομοθετική ρύθμιση για τη