Λογισμικά παρακολούθησης: Διαφορετικές προσεγγίσεις από πολιτικούς και πολίτες
Η Πορτογαλία βάζει τα «γυαλιά» στο θέμα των παρακολουθήσεων. Ο πρωθυπουργός Αντόνιο Κόστα αναγκάστηκε σε παραίτηση μέσω νόμιμων τηλεφωνικών παρακολουθήσεων που οδήγησαν στην αποκάλυψη του σκανδάλου υδρογόνου.
Όπως το iEidiseis επισήμανε από την πρώτη στιγμή της παραίτησης, το 2021 είχαν καταγραφεί τρεις τηλεφωνικές κλήσεις με τον Αντόνιο Κόστα. Εκείνη την περίοδο οι Πορτογαλικές Αρχές ερευνούσαν τον τότε υπουργό Περιβάλλοντος Μάτος Φερνάντες και μια επένδυση άνω του 1,5 δισ. ευρώ σε πράσινο υδρογόνο. Δεδομένου ότι οι υποκλοπές αφορούσαν τον πρωθυπουργό, τέθηκαν υπό αμφισβήτηση από το Ανώτατο Δικαστήριο – τελικά ενέκρινε τη χρήση ενός από τα τρία τηλεφωνήματα.
Στην Πορτογαλία βλέπουμε ότι δεν ξορκίζουν τα λογισμικά παρακολούθησης, ούτε τα χαρακτηρίζουν «κακόβουλα» και πολύ περισσότερο δεν απαγορεύουν την χρήση τους όπως συμβαίνει στην Ελλάδα. Η Λισαβώνα όπως και οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες τα εντάσσουν στις υπηρεσίες τους και θέτουν την λειτουργία τους εντός πλαισίου και υπό τον αυστηρό έλεγχο ανεξάρτητων αρχών.
Αντιθέτως η Ελλάδα στον τομέα αυτό εμφανίζει τριτοκοσμική εικόνα. Το πολιτικό σύστημα για τους δικούς του λόγους δαιμονοποιεί τα λογισμικά παρακολούθησης. Τα θεωρεί μηχανήματα του διαβόλου και επουδενί δεν τα βλέπει ως χρήσιμα εργαλεία στα χέρια του Κράτους προς όφελος του εθνικού συμφέροντος. Αυτή ακριβώς η αρνητική στάση του πολιτικού συστήματος της χώρας ως προς τα λογισμικά παρακολούθησης δημιουργεί ερωτηματικά και γεννά υποψίες στους πολίτες οι οποίοι φαίνεται να προσεγγίζουν εντελώς διαφορετικά σε σχέση με τους πολιτικούς το θέμα της χρήσης των λογισμικών παρακολούθησης. Επί της ουσίας οι πολίτες δεν διαισθάνονται κάποιο φόβο διότι θεωρούν ότι δεν απειλούνται από τον «κοριό», νιώθουν ότι δεν έχουν τίποτα κακό να κρύψουν και το οποίο θα αποκαλυφθεί από τυχόν τηλεφωνική παρακολούθηση. Πορεύονται μια ζωή με την λαϊκή ρήση: «Καθαρός ουρανός αστραπές δεν φοβάται».
Ειδικότερα για το σκάνδαλο των υποκλοπών στην Ελλάδα οι πολίτες το βλέπουν από εντελώς διαφορετική γωνία απ´ ότι οι πολιτικοί. Όπως αποδείχτηκε τον πολίτη δεν τον ενδιαφέρει εάν ο πρωθυπουργός παρακολουθεί τον υφιστάμενο του αλλά εάν από τα ευρήματα της παρακολούθησης προκύπτουν αδιάσειστα στοιχεία εναντίον του που τον οδηγούν σε αποπομπή. Κλασική περίπτωση αθέμιτης εμπλοκής υπουργού σε δημόσιες προμήθειες. Ο πολίτης δεν αναθεματίζει τον Μητσοτάκη γιατί παρακολουθεί τον υπουργό του (απεναντίας λέει καλά του έκανε για τον τσεκάρει) αλλά κρίνει τον βαθμό αποφασιστικότητας του πρωθυπουργού. Για τον πολίτη δεν αρκεί η μετάθεση του «μακρυχέρη» υπουργού, αλλά η αποπομπή του από την κυβέρνηση.
Ο πολίτης κατηγορεί τον Μητοστάκη όχι γιατί παρακολουθούσε τους υπουργούς του, αλλά γιατί κουκούλωνε και καταχώνιαζε στα συρτάρια του τα ευρήματα των παρακολουθήσεων! Δεν του αρκεί η «ποινή» της μετάθεσης σε άλλο υπουργείο διότι αυτό το θεωρεί συγκάλυψη και συνενοχή.
Ο πολίτης δεν εξαπατάται από το κουκούλωμα του πρωθυπουργού λόγω της υπεροχής στα media που διαθέτει η κυβέρνηση του. Χαρακτηριστική περίπτωση η πρόσφατη εκλογική συντριβή συγγενούς (Α´ βαθμού) αξιωματούχου που μέσω της παρακολούθησης του «πάτερ φαμίλια» διαπιστώθηκε και αποκαλύφθηκε απόκτηση περιουσιακών στοιχείων της οικογένειας που ξεπερνούν τις μισθολογικές δυνατότητες της. Στην προκειμένη περίπτωση ο πολίτης προσερχόμενος στην κάλπη «μαύρισε» τον/την εκπρόσωπο της συγκεκριμένης οικογένειας λόγω του πολυτελούς ακινήτου που αποκαλύφθηκε από την παρακολούθηση της ΕΥΠ και εν συνέχεια έτυχε να δει το φως της δημοσιότητας. Ο πολίτης ΔΕΝ θαμπώθηκε από τα λιλιά της εξουσίας που ο Μητσοτάκης αγόγγυστα διατήρησε στα στήθη του «πάτερ φαμίλια» και μετά την παραπάνω αποκάλυψη, ούτε επηρεάστηκε ο πολίτης από τις διαμαρτυρίες ΣΥΡΙΖΑ ότι με την παρακολούθηση του συγκεκριμένου αξιωματούχου τίθεται σε κίνδυνο η Εθνική Ασφάλεια.
Ο πολίτης επιζητεί έλεγχο και αποτελεσματικότητα και δικαιοσύνη, προαπαιτούμενα της Δημοκρατίας που όμως θυσιάζονται στον βωμό των πολιτικών σκοπιμοτήτων.
Δ.Β.