Skip to content
Λιγότερο απο 1 λεπτό Διάρκεια άρθρου: Λεπτά

Ξαναχτύπησαν οι «11» βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας για το ενεργειακό κόστος

Επιμέλεια: Εβελίνα Δαβάκηενώ οι μονάδες φυσικού αερίου μόλις 10 %.

Από το καθεστώς αυτό ευνοείται υπέρμετρα μόνον η ΔΕΗ, η οποία πλέον από το 2020 δεν εξυγιαίνεται απλώς, αλλά συσσωρεύει ελέω Χρηματιστηρίου Ενέργειας κέρδη δις. ευρώ. Τα κέρδη αυτά δεν οφείλονται σε αυξημένες πωλήσεις ρεύματος σε περισσότερους πελάτες, αλλά σε μεγαλύτερα περιθώρια τιμολόγησης στο χονδρεμπορικό σκέλος λόγω ΑΠΕ, με δεδομένο η ΔΕΗ ότι κατέχει το 51% της αγοράς ενέργειας.

Αξίζει να σημειωθεί ότι εάν η ΔΕΗ πωλούσε σε συνθήκες παλαιού ρυθμιστικού μοντέλου -δηλαδή προ Χρηματιστηρίου Ενέργειας- στους πελάτες της το παραγόμενο από αυτήν ηλεκτρικό ρεύμα με βάση το πραγματικό κόστος και ένα λογικό κέρδος, δεν θα μπορούσε να γίνει λόγος για ενεργειακή ακρίβεια στην ελληνική αγορά. Ως γνωστόν, τα κέρδη προ τόκων, φόρων, αποσβέσεων και απομειώσεων (EBITDA) της ΔΕΗ αυξήθηκαν από 886 εκατ. ευρώ το 2020 σε 1,7 δισ. ευρώ το 2023 και προβλέπονται 2 δισ. το 2025.

Με άλλα λόγια, ο συνδυασμός υψηλής Οριακής Τιμής Συστήματος λόγω Χρηματιστηρίου Ενέργειας, καθετοποίησης (παραγωγή + προμήθεια) και πλεονεκτήματος κόστους σε υδροηλεκτρικά & ΑΠΕ, ενίσχυσε τεχνητά τη λειτουργική κερδοφορία της ΔΕΗ, χωρίς να έχει αυξήσει αναλόγως την παραγωγή ή την αποδοτικότητά της. Χωρίς τη λειτουργία του Χρηματιστηρίου Ενέργειας με αυτή τη λογική, η αύξηση κερδών 2020–2025 δεν θα ήταν τόσο θεαματική.

Μια τέτοια όμως εξέλιξη στη λειτουργία του Χρηματιστηρίου Ενέργειας αναμφίβολα αποτελεί στρέβλωση στην αγορά που δεν μπορεί να γίνεται πλέον ανεκτή, χωρίς να προκαλεί δυσμενείς επιπτώσεις στις επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά της χώρας.

Πάνω από όλα, όμως, η στρέβλωση αυτή εξουδετερώνει τη θετική σημασία της αύξησης της διείσδυσης των ΑΠΕ στην εγχώρια παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος. Πράγματι, παρόλο που η Ελλάδα έχει επιτύχει την τελευταία πενταετία να παράγει περισσότερο από το 50% της ηλεκτρικής της ενέργειας από ΑΠΕ και μεγάλα υδροηλεκτρικά εργοστάσια (με μηδενικό κόστος παραγωγής ενέργειας), εντούτοις η πρόοδος αυτή δεν ασκεί καμία επιρροή στη μείωση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας.

Τα ορυκτά καύσιμα είναι εκείνα που τελικά εξακολουθούν να καθορίζουν την τιμή, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να είναι από τις ακριβότερες ευρωπαϊκές χώρες στη χονδρική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας. Το φυσικό αέριο είναι ο κύριος παράγοντας που ωθεί προς τα πάνω τις χονδρικές τιμές για τους Έλληνες καταναλωτές μέσω του υφιστάμενου τρόπου λειτουργίας του Χρηματιστηρίου Ενέργειας (Aposporis H., Greece to change its power market model to reduce prices, 19.8.2024, balkangreenenergynews.com).

Υπό τις συνθήκες αυτές, η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας παρουσιάζει το εξής παράδοξο: ενώ οι τιμές χονδρικής έχουν βελτιωθεί λόγω της αυξημένης διείσδυσης των ΑΠΕ και του σχετικά σταθερού κόστους φυσικού αερίου, οι τελικοί χρήστες -τόσο οι βιομηχανικοί όσο και οι οικιακοί- συνεχίζουν να πληρώνουν από τις υψηλότερες τελικές τιμές στην Ευρώπη.

Χωρίς διαρθρωτική μεταρρύθμιση, συγκεκριμένα έναν διαφανή και αποτελεσματικό επανασχεδιασμό της αγοράς ενέργειας, η Ελλάδα εδραιώνει υψηλό κόστος τιμών καταναλωτή, που τελικά οδηγεί στη διάβρωση της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας, ακόμη και καθώς βελτιώνονται τα θεμελιώδη μεγέθη της χονδρικής. Η τρέχουσα αρχιτεκτονική της αγοράς εξωτερικεύει το κόστος μετάβασης στους τελικούς χρήστες, δεν καταφέρνει να αποσβέσει πλήρως την αξία της έγχυσης AΠΕ και επιτρέπει στις χρονικές αναντιστοιχίες τιμών να παραμένουν ανεπηρέαστες. (The Paradox of the Greek Electricity Market, energy.alba.acg.edu, 7.8.2025).

Στο παράδοξο αυτό φαινόμενο πρέπει επιτέλους το κράτος να δώσει μια αποτελεσματική λύση. Οι βιομηχανικοί και οικιακοί χρήστες στην Ελλάδα δεν μπορούν να συνεχίζουν να πληρώνουν από τις υψηλότερες τελικές τιμές στην Ευρώπη.

Ήδη με το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΦΕΚ B’ 6983/19.12.2024) η κυβέρνηση έχει αναλάβει τη δέσμευση για τον μετασχηματισμό της αγοράς, ώστε να αντανακλάται το χαμηλό κόστος παραγωγής λόγω αυξημένης διείσδυσης ΑΠΕ στο τελικό κόστος για τον καταναλωτή. Έτσι, λοιπόν, θα πρέπει να αποτελέσουν άμεση προτεραιότητα για την κυβέρνηση οι κατάλληλες μεταρρυθμίσεις, ώστε να διασφαλιστεί η μεταφορά του σταθερά χαμηλού κόστους των ΑΠΕ στον τελικό καταναλωτή σε όλες τις συνθήκες, μέσω του ανασχεδιασμού του μοντέλου αγοράς στη λειτουργία του Χρηματιστηρίου Ενέργειας.

Υπό τα δεδομένα αυτά, ερωτάται ο Υπουργός Περιβάλλοντος & Ενέργειας,

Ποια νομοθετικά μέτρα θα λάβει προκειμένου οι χαμηλές τιμές των ΑΠΕ να αποτυπώνονται στις λιανικές τιμές καταναλωτή του ηλεκτρικού ρεύματος;

Ποια μέτρα θα ληφθούν ώστε το υψηλό κόστος ενέργειας να μη διαβρώνει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών βιομηχανικών επιχειρήσεων;

Ποιες μεταρρυθμίσεις πρέπει να επέλθουν στη λειτουργία του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας, ώστε η τιμή χονδρικής πώλησης ηλεκτρικού να μη διαμορφώνεται με βάση την πάντοτε ακριβότερη Οριακή Τιμή, η οποία καθορίζεται σε τελική φάση από τις υψηλές τιμές των ορυκτών καυσίμων και όχι από τις ΑΠΕ;».

Το πρωτότυπο άρθρο https://www.zougla.gr/politiki/xanachtypisan-oi-11-vouleftes-tis-neas-dimokratias-gia-to-energeiako-kostos/ ανήκει στο Πολιτική – Zougla .