Μέχρι την περασμένη Κυριακή ημέρα που εκδηλώθηκε το αντάρτικο υπουργών και βουλευτών για συνολικές αυξήσεις στους ένστολους εντός της γαλάζιας κοινοβουλευτικής ομάδας το θέμα που προκαλούσε ένταση ήταν η τοποθέτηση του Αποστόλου Βεσυρόπουλο στη θέση του γραμματέα της Κ.Ο.
Πολλοί βουλευτές ενοχλήθηκαν από την συγκεκριμένη επιλογή και γιατί θεωρούσαν ότι έπρεπε να αναλάβει ένας παλαιότερος βουλευτής και γιατί εκτιμούσαν ότι ο κ. Βεσυρόπουλος δεν έχει το ειδικό βάρος προκειμένου να επιβληθεί στους βουλευτές, να τους δώσει οδηγίες και να διασφαλίσει την ενότητα και το ενιαίου του λόγου τους.
Γι’ αυτό και ορισμένοι φαίνονταν αποφασισμένοι να επιμείνουν μέχρι τέλους στο να στηθεί κάλπη έστω κι αν υπήρχε μόνο ένας υποψήφιος προκειμένου να καταμετρηθεί αυτή η δυσαρέσκεια με τα λευκά ψηφοδέλτια. Μάλιστα είχε αρχίσει να διαμορφώνεται και ένα κίνημα βουλευτών που θα ψήφιζαν λευκό που ενδεχομένως να ξεπερνούσε και τους 30 με 40.
Όλα αυτά όμως άρχισαν να πηγαινουν πίσω και οι επίμονες φωνές για κάλπη να λειαίνονται μετά την αιχμηρή αντίδραση του Μαξίμου στο αντάρτικο υπουργών το οποίο επικρότησαν με δικές τους αναρτήσεις και 14 βουλευτές του κόμματος. Οι υψηλοί τόνοι που χρησιμοποίησε το Μαξίμου για αυτή τη συμπεριφορά ανάγκασαν τους βουλευτές να οπισθοχωρήσουν προκειμένου τα πράγματα να μην έφταναν στα άκρα στη σημερινή συνεδρίαση.
Στη συνέχεια οι αποκαλύψεις της τελευταίας βδομάδας για στοιχεία και γεγονότα που αρχίζουν να δίνουν επιχειρήματα στην κυβερνητική πλευρά ότι δεν είχε κανένα λόγο να μπαζώσει τον χώρο του δυστυχήματος στα Τέμπη προκειμένου να κρύψει παράνομα φορτία ή περίεργα εύφλεκτα υλικά, τα όσα συμβαίνουν στην παγκόσμια οικονομία μετά την απόφαση Τραμπ να βάλει δασμούς σε 100 και πλέον χώρες αλλά και η μικρή αχτίδα αισιοδοξίας μετά την δημοσκόπηση της Marc που ξαναδίνει στη Νέα Δημοκρατία ποσοστό παρόμοιο με αυτό των ευρωεκλογών στην εκτίμηση ψήφου άλλαξαν κι άλλο το κλίμα και φαίνεται ότι στη σημερινή συνεδρίαση αυτό που θα κυριαρχήσει δεν είναι τόσο η γκρίνια των βουλευτών όσο η ξεκάθαρη τοποθέτηση του Κυριάκου Μητσοτάκη πως αυτός θα οδηγήσει το κυβερνητικό σκάφος στις εκλογές του 2027.
Η εμφατική αυτή η αναφορά θα κλείσει δύο σενάρια. Το ένα που αφορούσε την πιθανότητα πρόωρων εκλογών λόγω συνεχούς φθοράς της κυβέρνησης στις δημοσκοπήσεις και το δεύτερο ότι θα μπορούσε να γίνει αλλαγή εν κινήσει του αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας και πρωθυπουργού προκειμένου το κόμμα να αντιμετωπίσει με προοπτική νίκης την πιθανότητα μιας τρίτης αυτοδύναμης θητείας στην κυβέρνηση.
Έστω κι αν τα σενάρια αυτά δεν στηρίχθηκαν ποτέ από όσους έχουν φιλοδοξίες για την επόμενη μέρα ούτε μπήκε ποτέ στον κόπο έστω και να τα συζητήσει το μέγαρο Μαξίμου κυκλοφορούσαν με ένταση το τελευταίο διάστημα.
Γι’ αυτό και ο κ. Μητσοτάκης θα είναι σήμερα κοφτός και απόλυτος και ως προς το θέμα της πρόωρης διάλυσης της Βουλής και ως προς το θέμα της βούλησης του να είναι αυτός που θα προσπαθήσει να οδηγήσει τη Νέα Δημοκρατία σε μια τρίτη συνεχόμενη εκλογική νίκη κάτι που δεν έχει καταγραφεί σχεδόν ποτέ στην πολιτική ιστορία της χώρας.
Η αισιοδοξία ως προς το τελευταίο προφανώς πηγάζει και από την εικόνα που υπάρχει στα κόμματα της αντιπολίτευσης. Το ΠΑΣΟΚ βλέπει συνέχεια τα ποσοστά του να μειώνονται και δημοσκοπικά βρίσκεται ξανά στην τρίτη θέση και ο ΣΥΡΙΖΑ έχει παγιωθεί πια ως ένα μικρό μονοψήφιο κόμμα αντιπολίτευσης.
Η Πλεύση Ελευθερίας που στην δημοσκόπηση της Marc είναι καθαρά πια στην δεύτερη θέση με τρεις μονάδες διαφορά από το ΠΑΣΟΚ και η πιθανότητα στις επόμενες εκλογές το δίλημμα να είναι Μητσοτάκης ή Κωσταντοπούλου λειτουργεί αναζωογονητικά για την γαλάζια πλειοψηφία. Άλλωστε μεταξύ σοβαρού και αστείου βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας αναφέρουν πως μπροστά σε ένα τέτοιο δίλημμα ακόμα και ο Αλέξης Τσίπρας θα ψήφιζε Μητσοτάκη.
Ο πρωθυπουργός σχολιάζοντας λοιπόν αυτή την πολιτική πραγματικότητα θα ζητήσει από τους βουλευτές πρωτοβουλίες και μεγαλύτερη συμμετοχή στην διαμόρφωση των κυβερνητικών προτάσεων και κατά κάποιο τρόπο θα ενθαρρύνει την κατάθεση ερωτήσεων που στόχο έχουν όμως την βελτίωση του κυβερνητικού έργου και όχι το να τροφοδοτούνται στον τύπο σενάρια περί γαλάζιων ομαδοποιήσεων και ανταρσιών.
Τα όσα συμβαίνουν στην παγκόσμια οικονομία με την κατάρρευση των χρηματιστηρίων και την απώλεια εκατοντάδων δισεκατομμυρίων λειτουργούν πιο υποστηρικτικά του επιχειρήματος του πρωθυπουργού ότι είναι αναγκαίο όσο ποτέ άλλοτε η Ελλάδα να έχει ισχυρή οικονομία αλλά και πολιτική σταθερότητα που είναι προϋπόθεση για κάτι τέτοιο.
Άλλωστε δεν έχει διαφύγει της προσοχής στο μέγαρο Μαξίμου πως στο χθεσινό δεύτερο μέρος της δημοσκόπησης της Marc οι πολίτες φαίνεται πως είναι αποφασισμένοι να ψηφίσουν στις εκλογές κυρίως με βάση τις οικονομικές τους δυνατότητες και την επίλυση των προβλημάτων της καθημερινότητας παρά για την υπόθεση των Τεμπών που ως κριτήριο ψήφου φαίνεται να υποχωρεί. Πάντως το Μέγαρο Μαξίμου έχει αποφασίσει να δώσει σήμερα το λόγο στους βουλευτές προκειμένου να καταθέσουν τους προβληματισμούς τους, τα επιχειρήματά τους επί αυτών αλλά και τις διαφωνίες τους.
Έμπειρα κοινοβουλευτικά στελέχη που συνομίλησαν τις προηγούμενες μέρες με συνεργάτες του πρωθυπουργού ανέφεραν πως είναι καλύτερο να δοθεί ο λόγος στους παραπονούμενους βουλευτές αφού έτσι κι αλλιώς αυτά που έχουν να πουν τα λένε καθημερινά σε ραδιόφωνα και τηλεοράσεις.
«Καλύτερα να τα πούνε μέσα στην κοινοβουλευτική ομάδα, να εκτονωθούν και να μην έχουν την αίσθηση ότι φιμώνονται παρά να τα λένε κάθε μέρα στα κανάλια και τα ραδιόφωνα» ήταν η χαρακτηριστική φράση που φαίνεται ότι έπεισε προς την κατεύθυνση του να μιλήσει σήμερα όποιος επιθυμεί.
Ο πρωθυπουργός θα καθίσει μέχρι τέλους προκειμένου να ακούσει τους προβληματισμούς των βουλευτών και ενδεχομένως να έχει μια δεύτερη τοποθέτηση με σχολιασμό σε όσα ειπωθούν. Ο στόχος πάντως είναι σήμερα να κλείσει αυτός ο κύκλος εσωστρέφειας που άνοιξε το προηγούμενο διάστημα, να δοθούν εξηγήσεις, να εκτονωθούν εντάσεις αλλά και να περιγραφεί καθαρά ο οδικός χάρτης μέσα από τον οποίο θα οδηγηθεί η χώρα και η Νέα Δημοκρατία στις επόμενες εκλογές.
Μέσα σε όλο αυτό το κλίμα είναι χαρακτηριστική και η φράση πολύ έμπειρου κοινοβουλευτικού στελέχους πρώτης γραμμής της Νέας Δημοκρατίας ότι «όσοι βιάστηκαν να υποτιμήσουν τον πρωθυπουργό και να του αποδώσουν χαρακτηριστικά αναχωρητή και μιμητή της τακτικής του Κώστα Σημίτη να δώσει δαχτυλίδι μάλλον ή δεν ξέρουν καλά τον Μητσοτάκη και την ψυχολογία του ή δεν τον έχουν μελετήσει όσο θα έπρεπε».


